Θεωρία Στοιχήματος: Μαθήματα Γκανιότας

Γκανιότα, αυτός ο άγνωστος!

Ο παίκτης του Στοιχήματος πρέπει να παίζει έχοντας γνώση για όλες τις παραμέτρους του παιχνιδιού.

Στο bet3.GR, για να βοηθήσουμε τον αναγνώστη-παίκτη στοιχήματος, παραθέτουμε μερικά μαθήματα γκανιότας.

Πολύ γλαφυρά και εντυπωσιακά γίνεται λόγος αρκετές φορές για τον παίκτη που τα βάζει με το “θηρίο” του μπουκ.

Το βασικότερο “όπλο” του διοργανωτή τυχερών παιγνίων είναι η γκανιότα, δηλαδή το δικό του περιθώριο κέρδους.

Ορισμός

Γκανιότα είναι το ποσοστιαίο νόμιμο κέρδος του διοργανωτή κάθε στοιχήματος. Προκύπτει από τα πονταρίσματα των παικτών σε κάθε πιθανή επιλογή στοιχηματισμού σε κάθε συγκεκριμένο στοίχημα.

Εκπορεύεται από τη στοχευμένη απόφαση του διοργανωτή να δώσει κατά τι μειωμένες αποδόσεις σε κάθε πιθανή επαλήθευση στοιχήματος από τις πραγματικές του πιθανότητες.

Επειδή μιλάμε για Στοίχημα και άρα κατά κύριο λόγο για τελικό αποτέλεσμα, έχουμε να κάνουμε με τρία πιθανά τελικά αποτελέσματα: τη νίκη του γηπεδούχου (απόδοση Α), τη νίκη του φιλοξενούμενου (απόδοση Γ) και την ισοπαλία (απόδοση Β).
Το κέρδος του μπουκ ισούται με το αποτέλεσμα της πράξης: 100/Α + 100/Β + 100/Γ.

Παράδειγμα

Ας χρησιμοποιήσουμε για παράδειγμα έναν αγώνα από παλαιότερο κουπόνι του ΟΠΑΠ, του μπουκμέικερ δηλαδή με τη μεγαλύτερη επιρροή στην Ελλάδα λόγω και του κρατικού χαρακτήρα του. Ο λόγος για τον αγώνα Εξετερ – Σουίντον στον κωδικό 104 του κουπονιού της Τρίτης 4ης Οκτωβρίου 2011 για το Αγγλικό Λιγκ Τρόφι.

Ο άσος της Εξετερ προσφερόταν στο 2,10, η ισοπαλία στο 3,20 και το διπλό της Σουίντον στο 2,75.

Το 100% του πονταρίσματος στον αγώνα αφορά το ποντάρισμα και στα τρία σημεία. Για κάθε 100 μονάδες κέρδους (ευρώ δηλαδή, εφόσον μιλάμε για την Ελλάδα) που επιστρέφει ο μπουκμέικερ στον παίκτη εισπράττει το άθροισμα της γκανιότας.

Δηλαδή, για τον συγκεκριμένο αγώνα, ο ΟΠΑΠ εισέπραξε: 100/2,10 + 100/3,20 + 100/2,70 = 47,62 + 31,25 + 37,03 = 115,9. Οπότε οι 15,9 μονάδες κέρδους -δηλαδή τα 15,9 ευρώ για κάθε 100 ευρώ- είναι το κέρδος του μπουκμέικερ. Οπως λέγεται, ο ΟΠΑΠ σε αυτόν τον συγκεκριμένο αγώνα “έπαιζε” με γκανιότα 100 – 100 x (100/115,9) = 100 – 86,28 = 13,72, δηλαδή 13,72%.

Να σημειωθεί ότι, βάσει πολιτικής του ΟΠΑΠ, αγωνίζεται με σχεδόν σταθερή γκανιότα στα ίδια επίπεδα εδώ και αρκετά χρόνια. Αλλωστε, μέσα στο 13,72% του κέρδους συμπεριλαμβάνονται τα λειτουργικά και διαφημιστικά έξοδα και το ποσοστό των πρακτόρων του.

Το κέρδος του παίκτη

Ουσιαστικά δηλαδή, επειδή μόνο ένα από τα τρία σημεία του συγκεκριμένου παιχνιδιού και του κάθε παιχνιδιού είναι νικηφόρο, επιστρέφει στους παίκτες τα 86,28 ευρώ σε κάθε 100 ευρώ πονταρίσματος.

Πρακτικά, χαμηλότερη γκανιότα σημαίνει λιγότερα κέρδη για τον εκάστοτε διοργανωτή στοιχηματικού γεγονότος. Κάθε αθλητικό γεγόνος στον πλανήτη αποτελεί εν δυνάμει στοιχηματικό γεγονός. Ταυτόχρονα σημαίνει και μεγαλύτερη διανομή κερδών στους παίκτες. Επειδή όμως σε κάθε στοίχημα μόνο μια επιλογή επαληθεύεται, ουσιαστικά μιλάμε για περισσότερα κέρδη για τους παίκτες που έχουν “μαντέψει” σωστά.

Βέβαια, πρέπει να έχουμε κατά νου ότι αυτός ο κανόνας αφορά την περίπτωση που μιλάμε για αγώνα μονό αποδεκτό.

Αν αναφερθούμε σε δυάδες ή τριάδες ή, πολύ περισσότερο, τετράδες, τα κέρδη του κάθε διοργανωτή Στοιχήματος είναι πολλαπλάσια. Πέρα από τις πιθανότητες του παίκτη που μειώνονται, αυξάνεται και η γκανιότα στοιχηματισμού.

Προϋποθέσεις να βγούμε κερδισμένοι

Εν ολίγοις, βάσει της γνώσης της γκανιότας, εξακριβώνουμε αν αξίζει ένα σημείο να πονταριστεί ή όχι και κρίνουμε αν το Στοίχημα που τοποθετήσαμε είναι συμφέρον.

Όταν ο παίκτης επιλέγει το μίνιμουμ των αγώνων που επιτρέπει ο διοργανωτής, τότε απολαμβάνει τη μεγαλύτερη παρεχόμενη πιθανότητα επαλήθευσης του Στοιχήματός του.

Αυτή αυξάνεται ακόμη περισσότερο αν το σημείο που έχει επιλέξει ο παίκτης βρίσκεται σε αγώνα με σχετικά χαμηλή γκανιότα, πόσο μάλλον αν το σημείο που επιλέγει βρίσκεται σε ανταγωνιστική απόδοση (την υψηλότερη ή τη δεύτερη υψηλότερη από τις τρεις προσφερόμενες) και ευνοείται, συν τοις άλλοις, από αγωνιστικές ή άλλες ειδήσεις και στοιχεία.